Ήταν μια κακή βραδιά. Είχαμε μαζευτεί νωρίς στα σπίτια μας καθώς ο αέρας χτυπούσε αλύπητα όλη τη νύχτα το νησί.
Κάποιοι αυτό το βράδυ δεν κοιμήθηκαν.
Πρώτες πρωινές ώρες, ένα αυτοκίνητο φτάνει στην Επισκοπή χωρίς να το δει κανένας, καμιά μαρτυρία δεν υπάρχει.
Άγνωστοι Ιερόσυλοι παραβιάζουν την πλαϊνή πόρτα, βάζουν μια σκάλα πάνω στην Αγία Τράπεζα, ανεβαίνουν στο Βυζαντινό Τέμπλο κι αρχίζουν να ξηλώνουν τις εικόνες του 11ου Αιώνα.
Παίρνουν συνολικά 26 εικόνες.
Μαζί με τις παλιές παίρνουν και κάποιες νεότερες.
Ξηλώνουν την εικόνα της Παναγίας και του Χριστού δίπλα στην Ωραία Πύλη, ευτυχώς δεν ακουμπούν την Βυζαντινή σκαλιστή πόρτα.
Θα δράσουν σαν φαντάσματα, δεν θα τους δει ούτε θα τους ακούσει κάποιος.
Τις φορτώνουν στο αυτοκίνητο και εξαφανίζονται.
Δεν τους ενδιέφεραν τα αφιερώματα (χρυσοί σταυροί, δαχτυλίδια). τα βρίσκαμε κάτω και χωμένα μέσα στην ξερολιθιά, μούλεγαν οι Μεσαγωνιάτες που ήξεραν.
-Ήθελαν τις εικόνες, τίποτε άλλο, να τις πάρουν και να φύγουν.
Την επόμενη αλλά και πολλές μέρες μετά, η καμπάνα χτυπούσε πένθιμα στην Επισκοπή.
Θυμάμαι πως πλήγωσα το χέρι μου καθώς το χτύπησα θυμωμένος με δύναμη σε μια διπλανή ξερολιθιά.
Δεν μπορούσα να το πιστέψω, ακόμα και μέχρι σήμερα δεν μπορώ.
Πως τόκαναν αυτό στη Σαντορίνη και την Επισκοπή;
Με ποιο δικαίωμα στέρησαν μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς μας;
Έκανα 10 χρόνια συνεχόμενες εκπομπές κι όλο μάθαινα πράγματα απίστευτα που πρέπει κάποια στιγμή να τα μοιραστώ με όλους σας.
Πόσα γυρίσματα, πόσες εκκλήσεις, πόσες θλιμμένες παιδικές φωνές του Δημοτικού σχολείου του Καμαριού, παρακάλεσαν για πολλά χρόνια τους ιερόσυλους να επιστρέψουν τις εικόνες εκεί που ανήκουν.
-Δεν πατά Ορθόδοξος την Αγία τράπεζα για ανέβει στο τέμπλο μούλεγε ο Αείμνηστος Λιας…
– Τα ρολόγια σταμάτησαν να γυρίζουν για πολλά χρόνια την 2α Ιουνίου του 1982 μούλεγε ο Ρούσσος ο Γιάννης , που άκουσε το καταραμένο αυτοκίνητο τη νύχτα να κατεβαίνει από την Επισκοπή.
Που νάξερε πως ήταν φορτωμένο με 26 κομμάτια της ψυχής μας.
Αν τόξερε θα έπεφτε στις ρόδες , όπως θα έπεφτε κάθε Σαντορινιός που βλέπει πως του κλέβουν την ιστορία του μουχε πει ο Γιάννης.
8 ώρες βίντεο , 8 ώρες με τις μαρτυρίες όσων τόλμησαν να μιλήσουν.
Ατέλειωτες ώρες προσπάθειες για να μιλήσουν κάποιοι που μπορεί να πήραν φεύγοντας πολλά μυστικά και πληροφορίες για τις κλεμμένες εικόνες .
Κρατώ για το τέλος τα δάκρυα του αείμνηστου Γιώργη του Μητροπία:
-Ρε συ Παναγιώτη μούπε μόλις έκλεισε η κάμερα, νιώθω ένα βάρος μέσα μου κάθε φορά που έρχομαι στην Επισκοπή, φτερουγίζει η καρδιά μου….
Τι να του πω, πως και εγώ το ίδιο νιώθω;
Πως πέρασα εκεί μέσα ατέλειωτες νύχτες προσπαθώντας να καταλάβω τι έγινε αυτό το βράδυ;
Πως ο θυμός μου, για αυτό που έκαναν στην Επισκοπή θα μείνει μέσα στη ψυχή μου μέχρι να κλείσω τα μάτια μου.
Γιατί είμαι ακόμα θυμωμένος και πολύ μάλιστα.