Συναντιούμαστε για πολλά χρόνια, όσο ζούσε το Κερα-Ρηνιώ στο Χριστουλάκι στο Καρτεράδο και μετά από χρόνια , τη Μεγάλη Εβδομάδα στο Μεγαλοχώρι.
– Κα βρε Παναγιώτη, κάθε Μεγάλη Παρασκευή σε βλέπομε , μούλεγε με αυτό το ύφος που ήξερες πως θάχει και συνέχεια:
– κα βρε για έλα δα να μου πεις κανένα νέο!!!!!!
Κι ηκαθούμαστε στο σκαλοπάτι και τα λέαμε όπως μόνο εμείς ηξέραμε.
Δίπλα σε τούτον το Παπα ήνιωθες μια ζεστασά, ένα παράξενο συναίσθημα.
Ετούτο το χαμόγελό ντου και το καλοκάγαθο πείραγμά ντου σέκαναν να νιώθεις φίλος μαζί ντου, να του ανοίεσαι, να του λες τα μυστικά σου.
Τον λάτρεψαν τα χωριά που διακόνησε, τον αγάπησαν χιλιάδες Σαντορινιοί και Σαντορινιές.
Εγώ σχεδόν ησταμάτησα να πααίνω στο Μεγαλοχώρι και να κάνω Ανάσταση από τότε πουήπηρε σύνταξη.
Κάτι μούλειπε, κάτι δεν μου πήαινε καλά.
Τώρα ήφυε απλά και ήσυχα και η εκκλησία οι πιστοί και οι φίλοι ντου τον αποχαιρετούν έμορφα και ειρηνικά.
Ήνιωσα την ανάγκη να γράψω ετούτα δα τα λία λόγια σαν αποχαιρετισμό σε έναν φίλο, που μόλις μέβλεπε ήλαμπε το πρόσωπό ντου, γιατί ξέρω πως μ αγαπούσε όπως κι εγώ.
Καλό ταξίδι και Καλή αντάμωση παπά Μάρκο, στα ψηλά τα αλώνια.
(η φωτογραφία είναι του Πέρρου, ποιανού αλλονού άλλωστε  θα μπορούσε νάναι)