Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ ζήτησε να επανεξετασθεί το φορολογικό πλαίσιο και ειδικότερα η μείωση του ΦΠΑ, αλλά και κατάργηση του φόρου διαμονής
«Συνεχίζουμε τη στρατηγική μας σε τρεις πυλώνες: εξωστρέφεια, συνέργειες και βιώσιμη ανάπτυξη, με στόχο πλέον να μπούμε σε περίοδο ωριμότητας. Με ένα νέο εθνικό συμβόλαιο ανάπτυξης για τον τουρισμό μας», ανέφερε χθες από το βήμα της γενικής συνέλευσης ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων κ. Γιάννης Ρέτσος. «Οι μίνιμουμ προϋποθέσεις για να μπορέσει να σταθεί ένα τέτοιο φιλόδοξο σχέδιο είναι: φιλικό επενδυτικό περιβάλλον, συγκροτημένη φορολογική πολιτική, λειτουργικοί προορισμοί, υλοποίηση τοπικών χωροταξικών σχεδίων & προστασία περιβάλλοντος».
Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ ζήτησε επιπλέον να επανεξετασθεί το φορολογικό πλαίσιο και ειδικότερα η μείωση του ΦΠΑ σε καταλύματα, εστίαση και μεταφορές, αλλά και κατάργηση του φόρου διαμονής. «Το θεωρούμε αναγκαίο αν θέλουμε να μιλάμε για ουσιαστική και μακροπρόθεσμη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Παρέμβαση από την Πολιτεία χρειαζόμαστε επειγόντως και στο ζήτημα «βραχυχρόνιες μισθώσεις», που πρακτικά παραμένουν αρρύθμιστες.
Πλέον, υπάρχουν διεθνώς καλές πρακτικές χειρισμού, για την αντιμετώπιση όλων των θεμάτων, επιπλέον του φορολογικού, που προκύπτουν από την ανεξέλεγκτη ανάπτυξή τους, προκειμένου να προστατευτεί το δημόσιο συμφέρον».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της AEGEAN, κ. Ευτύχιος Βασιλάκης έκανε λόγο για τέσσερα βασικά σημεία στα οποία θα πρέπει να εστιάσει ο κλάδος. «Το ζήτημα για τον κλάδο δεν είναι κυρίως ο αριθμός των τουριστών, αλλά περισσότερο αν αυτοί οι επισκέπτες θα είναι επαναλαμβανόμενοι, αν θα υπάρχει διάχυση σε περισσότερες περιοχές ώστε να είναι και το κοινωνικό αποτύπωμα μεγαλύτερο, επιπλέον αν θα μειωθεί η εποχικότητα- μία προϋπόθεση απαραίτητη ώστε να υπάρξουν μεγάλες και ποιοτικές επενδύσεις και τέλος, ένα τέταρτο ζήτημα, αν θα αυξηθεί η δαπάνη και το πόσα ξοδεύει στη χώρα μας ο κάθε τουρίστας. Τα τέσσερα αυτά ζητήματα μας απασχολούν περισσότερο στον τουρισμό έναντι των απόλυτων αριθμών». Ο κ. Βασιλάκης στάθηκε για μία ακόμη φορά και σε δύο ακόμη θέματα, τα θέματα της εργασίας αλλά και της εκπαίδευσης στον κλάδο, που έχει συνεισφέρει 125 δισ. ευρώ άμεσα στην ελληνική οικονομία μέσα στην κρίση: «Θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στο θέμα της «επένδυσης» στο ανθρώπινο δυναμικό κι επιπλέον στο κομμάτι της απομείωσης της φορολογίας στα θέματα της εργασίας (σ.σ. εισφορές και φορολογία των εργαζομένων, ανταποδοτικότητα ασφαλιστικών συστημάτων), γιατί αλλιώς δε θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε το δυναμικό των ανθρώπων που χρειαζόμαστε. Καλύτερη εκπαίδευση και πιο δίκαιη φορολογική πολιτική για τον εργαζόμενο σε όλες τις κλίμακες».
Για την ανάγκη διαρκούς αναβάθμισης του τουριστικού προϊόντος έκανε λόγο ο διευθύνων σύμβουλος της Εurobank, κ. Φωκίων Καραβίας, από το βήμα της συνέλευσης του ΣΕΤΕ: «Από το 2010 μέχρι πέρυσι οι επισκέπτες υπερδιπλασιάστηκαν σε πάνω από 33 εκατομμύρια το χρόνο και τα άμεσα έσοδα αυξήθηκαν κατά 60% σε πάνω από 16 δισ. ευρώ το χρόνο. Η συνολική συμβολή στο ΑΕΠ, άμεση και έμμεση, ξεκίνησε το 2010 από το 15,6% για να φτάσει στο 20,6% πέρυσι. Την ίδια περίοδο, η οικονομία βίωσε μια επενδυτική έρημο με τις συνολικές επενδύσεις να μειώνονται κατά 62% (απο 60 δισ. ευρώ σε 23 δισ. ευρώ) την περίοδο 2007- 2017. Όχι όμως στον τουρισμό, όπου από το 2013 και μετά, οι επενδύσεις σε ξενοδοχεία και εστίαση έχουν αυξητική πορεία. Και κάτι εξίσου σημαντικό. Ο τουρισμός στήριξε την απασχόληση. Συνολικά, στον τουρισμό απασχολούνταν 855 χιλ. εργαζόμενοι με κάθε μορφής σχέση εργασίας το 2010, ενώ 989 χιλ. πέρυσι.
Εχουμε ωστόσο χρέος να βλέπουμε πάντα προς το μέλλον. Και το μέλλον κρύβει πάντα τις δικές του προκλήσεις. Αναγνωρίζουμε ότι ένα νέο σκηνικό διαμορφώνεται εντός κι εκτός Ελλάδος. Κατά τη διάρκεια της κρίσης το εξωτερικό περιβάλλον ήταν υποβοηθητικό για τη χώρα και τον τουρισμό. Η ευρωπαϊκή οικονομία όμως τώρα περνά σε περιβάλλον χαμηλής ανάπτυξης, με ορατές τις συνέπειες και για τον ελληνικό τουρισμό, συμπεριλαμβανομένου και του ζητήματος του Βrexit. Αντίστοιχα, επηρεάζει η υποτίμηση της τουρκικής λίρας και η ανάκαμψη των χωρών της Βόρειας Αφρικής.
Μία επιλογή πιστεύω ότι θα συμφωνήσουμε όλοι πως δεν υπάρχει. Να επιχειρήσουμε, δηλαδή, να δώσουμε τη μάχη της ανταγωνιστικότητας αποκλειστικά πάνω στη μείωση των τιμών. Επομένως, δεν υπάρχει άλλη κατεύθυνση από τη διαρκή αναβάθμιση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος με ένα ολιστικό σχέδιο, άμεσα από τους ανθρώπους του κλάδου και έμμεσα από την Πολιτεία και το τραπεζικό σύστημα».