Συνάντηση με εκπροσώπους της ΠΟΕΔΗΝ πραγματοποίησε σήμερα το μεσημέρι ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός με αφορμή την κινητοποίηση που πραγματοποίησε η Ομοσπονδία έξω από το υπουργείο Υγείας.
Οι εργαζόμενοι ζήτησαν διευκρινήσεις για τις αλλαγές που προωθούνται στο πλαίσιο της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης εκφράζοντας την αντίθεσή τους σε μέτρα όπως η καθημερινή εφημερία των ψυχιατρικών νοσοκομείων με πληθυσμό αναφοράς και η ένταξη των δημόσιων δομών πρωτοβάθμιας και κοινοτικής ψυχικής υγείας από τα Νοσοκομεία στις Υγειονομικές Περιφέρειες (ΥΠΕ). Έμφαση έδωσαν επίσης στην ανάγκη να ανανεωθούν και για το 2019 οι ετήσιες συμβάσεις των 4.000 εργαζομένων που προσλήφθηκαν μέσω ΟΑΕΔ. Αναφέρθηκαν επίσης στα διαχρονικά ζητήματα της υποστελέχωσης, της υποχρηματοδότησης και του αιτήματος ένταξης στα βαρέα και ανθυγιεινά και έθεσαν μια σειρά επιμέρους θεμάτων (αλλαγές προϊσταμένων, εφημερίες, εργολαβικά συνεργεία, διοικητικά προβλήματα) σε συγκεκριμένα νοσοκομεία.
Ο γενικός γραμματέας, Γιώργος Γιαννόπουλος, έδωσε διευκρινήσεις για τη ψυχιατρική μεταρρύθμιση αλλά και για το νομοσχέδιο για τους Οργανισμούς στα νοσοκομεία της χώρας, στους οποίους θα προβλέπεται αύξηση των οργανικών θέσεων της τάξης του 15% καθώς και η αποσύνδεση ορισμένων νοσοκομείων. Τόνισε επίσης ότι το σχέδιο νόμου, που θα τεθεί ούτως ή άλλως σε δημόσια διαβούλευση, έχει ήδη ενσωματώσει πολλές προτάσεις των συνδικαλιστικών φορέων.
Ο υπουργός Υγείας επεσήμανε ότι τα τελευταία χρόνια έχει επιτευχθεί μια μικρή αλλά σημαντική αύξηση του ορίου δαπανών στη δημόσια υγεία με αποτέλεσμα σήμερα το ΕΣΥ να έχει μεν ακόμα ανοιχτές πληγές αλλά να είναι σε φάση σταδιακής «επούλωσής» τους και αναβάθμισης της λειτουργίας του. «Έχω επισκεφθεί πολλά νοσοκομεία σε όλη τη χώρα και η εικόνα που αποκομίζω είναι ότι οι εργαζόμενοι αλλά σιγά- σιγά και οι πολίτες διαπιστώνουν ότι βελτιώνονται και ποιοτικά και ποσοτικά οι παρεχόμενες υπηρεσίες. Δεν επαρκούν οι προσλήψεις αλλά έχει γίνει ήδη μια σημαντική κάλυψη των κενών» τόνισε ο κ. Ξανθός και ανακοίνωσε ότι στο αμέσως επόμενο διάστημα θα βγει η προκήρυξη για την πρόσληψη 750 μόνιμοι γιατρών του ΕΣΥ που θα στελεχώσουν τις δομές ΠΦΥ και θα καλύψουν επείγουσες ανάγκες των νοσοκομείων ενώ μέχρι τον Ιούνιο θα έχουν προκηρυχθεί 1000 θέσεις μόνιμου μη ιατρικού προσωπικού έτσι ώστε το λοιπό επικουρικό του οποίου λήγουν οι συμβάσεις του στο τέλος του έτους να μπορέσουν να διεκδικήσουν τη μονιμοποίησή τους στο σύστημα. Επιπλέον, προκειμένου να καλυφθούν με πιο γρήγορο και ευέλικτο τρόπο τα κενά σε νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, το σύστημα προσλήψεων θα οργανωθεί όπως αυτό των γιατρών (ηλεκτρονική λίστα ανά ειδικότητα σε κάθε ΥΠΕ) έτσι ώστε να υπάρχει διαφάνεια και να εξοικονομείται χρόνος.
Σε ό,τι αφορά το επίδομα ανθυγιεινής εργασίας απέκλεισε για ακόμη μια φορά το ενδεχόμενο κατάργησής του για το νοσηλευτικό και παραϊατρικό προσωπικό που σήμερα το παίρνει και είπε ότι αντιθέτως το υπουργείο Υγείας θα προτείνει να επεκταθεί και σε ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων που έχουν άδικα εξαιρεθεί (πχ φυσικοθεραπευτές)
Σχετικά με τους 4.000 συμβασιούχους του ΟΑΕΔ, ο κ. Ξανθός απάντησε ότι «παρότι η ΠΟΕΔΗΝ χλεύαζε αυτή την παρέμβαση, χαίρομαι που τώρα αναγνωρίζεται ότι αυτοί οι άνθρωποι καλύπτουν σημαντικές ανάγκες. Φυσικά κι εμείς αναγνωρίζουμε την προσφορά τους και γι’ αυτό και ανανεώσαμε τις συμβάσεις τους για άλλον ένα χρόνο. Για το μέλλον, όμως, δεν έχουμε ακόμα βρει εφικτή λύση». Σε ό,τι αφορά τα ψυχιατρικά νοσοκομεία ξεκαθάρισε ότι το σχέδιο συρρίκνωσης του δημόσιου συστήματος, των διαθεσιμοτήτων και των απολύσεων ανήκει στο παρελθόν. «Αν είστε αντίθετοι με το σχέδιο της ολοκλήρωσης της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης και της ανάπτυξης νέων κοινοτικών δομών ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης απλώς υπερασπίζεστε το άσυλο» ανέφερε ο Υπουργός ενώ για τη διοικητική επαγωγή των δομών ψυχικής υγείας στις ΥΠΕ τόνισε ότι αυτό το θέμα δεν έχει σχέση ούτε με τη χρηματοδότηση, ούτε με τις θέσεις εργασίας, ούτε με τη φροντίδα του ασθενή. Ο κ. Ξανθός κατέληξε τονίζοντας ότι οι θέσεις εργασίας είναι απολύτως κατοχυρωμένες και κάλεσε την ΠΟΕΔΗΝ να μην καλλιεργεί κλίμα ανασφάλειας και εργασιακής αβεβαιότητας στους εργαζόμενους.