Έχουν ξοδευτεί μεγάλες ποσότητες μελανιού για να περιγράψουν την αμπελουργία και την οινοποιεία στη Σαντορίνη. Αυτό το νησί είναι από τα ομορφότερα και πιο ενδιαφέροντα μέρη στο κόσμο και κάπως έτσι ακολουθεί και το κρασί που παράγεται εκεί. Καλλιεργούνται διάφορες ποικιλίες σταφυλιών αλλά η γνωστότερη και σημαντικότερη είναι το Ασύρτικο.

Μια αξιόλογη ποικιλία που βρίσκει την καλύτερη της έκφραση στη Σαντορίνη. Όταν θέλουμε να μιλήσουμε για Terroir από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα είναι το Ασύρτικο στη Σαντορίνη. Εδώ η ποικιλία μας δίνει μία οξύτητα σαν ξυράφι που σε συνδυασμό με το υψηλό αλκοόλ, το φρούτο, την ορυκτότητα που εκφράζεται ως τσακμακόπετρα ή βρεγμένη πέτρα και τον υφάλμυρο χαρακτήρα της δίνει ένα μοναδικό στυλ που δεν συναντάμε στην ηπειρωτική Ελλάδα. Έτσι σε συνδυασμό με το Brand Name Σαντορίνη η ποικιλία και γενικότερα το κρασί του νησιού έχουν γίνει διάσημα ανά τον κόσμο. Δικαίως λοιπόν η ποικιλία θεωρείται η αιχμή του δόρατος της προώθησης του Ελληνικού κρασιού στο εξωτερικό. Η αλήθεια είναι ότι οι πιο Premium εκδοχές των κρασιών με την ένδειξη ΠΟΠ Σαντορίνη που προέρχονται από μοναδικά αμπελοτόπια συναγωνίζονται κάποιες φορές μεγάλα κρασιά του παγκόσμιου αμπελώνα που κοστίζουν τριψήφια νούμερα.

Ας δούμε λοιπόν από πού αρχίζουν όλα αυτά. Σύμφωνα με ευρήματα όπως απανθρακωμένα ξύλα αμπέλου και αγγεία ζωγραφισμένα με θέματα σχετικά με αμπέλια, που βρέθηκαν σε ανασκαφές στο Ακρωτήρι (την ελληνική Πομπηία) το κρασί υπάρχει στο νησί από τους αρχαίους χρόνους. Η μεγάλη έκρηξη το 1630 π.Χ. στην οποία κατά πολλούς οφείλεται και η καταστροφή του Μινωικού πολιτισμού είναι υπεύθυνη για την διακοπή της εξέλιξης του νησιού και για την δημιουργία της καλντέρας. Η Σαντορίνη εμφανίζεται από τότε με το όνομα αυτό, στο έργο του Άραβα γεωγράφου Erdisi το 1154. Στα χρόνια του Μεσαίωνα η Σαντορίνη γίνεται ένα πολύ σημαντικό λιμάνι σταθμός που βρίσκονταν υπό την κυριαρχία των Βενετών, οι οποίοι βοηθούσαν στις εξαγωγές των προϊόντων που παρήγαγε το νησί με σημαντικότερο το κρασί. Και μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης η Σαντορίνη διατηρεί το δικαίωμα να πουλά το κρασί της στις αγορές. Τον 17ο αιώνα οι Γάλλοι μετά από συμφωνία με τους Τούρκους αναλαμβάνουν το εμπόριο στη Μεσόγειο και οι Σαντορινιοί πουλούν το κρασί τους στα πληρώματα των πλοίων, που ξεκινώντας έτσι έφτασε σε όλη την Ευρώπη.

Υπάρχουν αναφορές περιηγητών που μνημονεύουν τα κρασιά της Σαντορίνης και ειδικά το Vinsanto και το συγκρίνουν με τα τότε διάσημα Ιταλικά και Πορτογαλικά γλυκά κρασιά. Έτσι στα τέλη του 18ου αιώνα και με το κρασί της Σαντορίνης να είναι διάσημο και να εξάγεται στα εύπορα στρώματα της Ρωσίας κυρίως από Έλληνες εμπόρους, η καλλιέργεια του αμπελιού εξελίχθηκε σε μονοκαλλιεργητική. Φτάνοντας στον 20ο αιώνα σημαντικές χρονολογίες είναι το 1947 που ιδρύθηκε η «Ένωση Συνεταιρισμών Θηραϊκών προϊόντων» που αναλαμβάνει μεταξύ άλλων προϊόντων, την παραγωγή και προώθηση του κρασιού στην αγορά αλλά και το 1970 που το κρασί αναγνωρίστηκε ως οίνος με Ονομασία Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας (ΟΠΑΠ) το σημερινό ΠΟΠ και εκτός από την Ένωση παράγεται και από ιδιωτικά οινοποιεία. Εκείνα τα χρόνια ξεκίνησε στο νησί και η τουριστική ανάπτυξη που όλοι ξέρουμε πόσο ψηλά έχει φτάσει μέχρι σήμερα.

Η ανάπτυξη αυτή έχει δύο επιπτώσεις στη παραγωγή κρασιού. Πρώτα ένα θετικό, η Σαντορίνη έγινε παγκόσμιο τουριστικό Brand Name με τεράστια αναγνωσιμότητα πράγμα που βοηθά το «Σαντορίνη» που αναγράφεται στη φιάλη του κρασιού. Το αρνητικό είναι ότι ο αμπελώνας συρρικνώθηκε γιατί τα αμπέλια μετατράπηκαν σε ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια και τουριστικές επιχειρήσεις. Ευτυχώς λέγεται ότι τα τελευταία χρόνια το μέγεθος του αμπελώνα έχει σταθεροποιηθεί. Η αύξηση της ζήτησης του κρασιού στο εξωτερικό σε αυξημένες πλέον τιμές έχει συμπαρασύρει και την τιμή που πληρώνεται το σταφύλι στο αμπέλι. Έτσι η αμπελοκαλλιέργεια έγινε μια πιο επικερδής εργασία. Χρειάζεται βέβαια λίγο προσοχή σε όλο αυτό κατά την ταπεινή μου άποψη γιατί δεδομένου ότι είμαστε ένας λαός της υπερβολής θα πρέπει να προσέξουμε η τιμή των κρασιών (και κατά επέκταση των σταφυλιών) να συνάδουν με την ποιότητα τους αλλά και με τον ανταγωνισμό.

Μια λύση του προβλήματος της συρρίκνωσης του αμπελώνα θα ήταν η παρέμβαση του Ελληνικού κράτους καθορίζοντας ζώνες αποκλειστικά για καλλιέργειες αλλά και της UNESCO που θα μπορούσε να προστατέψει τον αμπελώνα όπως σε άλλα μέρη του κόσμου, δεδομένου ότι είναι παλιός και αυτόριζος. Βλέπουμε λοιπόν ότι το κρασί και το αμπέλι έχει συνεχής παρουσία στην οικονομία του νησιού από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Η Σαντορίνη είχε την τύχη να μην εμφανιστεί εκεί η φυλλοξήρα, η οποία κατέστρεψε σχεδόν όλο τον Ευρωπαϊκό αμπελώνα. Πρόκειται για ένα έντομο που ήρθε από την Αμερική στα τέλη του 18ου αιώνα και ξέρανε όλους τους αμπελώνες τρώγοντας τις ρίζες του. Ευτυχώς για την Σαντορίνη και λίγα άλλα μέρη της Ευρώπης με ηφαιστιογενή εδάφη, η φυλλοξήρα δεν ζει σε αυτά.

Σήμερα έχουμε αμπέλια που παράγουν κρασί στον υπόλοιπο κόσμο επειδή σε αμερικάνικα υποκείμενα που ζούσαν με την φυλλοξήρα και ήξεραν να την αντιμετωπίζουν, εμβολιάσαμε τις ευρωπαϊκές ποικιλίες που παράγουν κρασί. Είναι αποδεδειγμένο όμως ότι τα παλιά αμπέλια και περισσότερο τα αυτόριζα (όπως της Σαντορίνης) παράγουν μικρότερες ποσότητες άλλα αρκετά ποιοτικότερο κρασί.

Μου είναι αδύνατον να περιγράψω το καταπληκτικό αυτό νησί και το κρασί του με την παγκόσμια φήμη σε ένα μόνο άρθρο. Άρα θα έχουμε και δεύτερο μέρος στο οποίο θα αναφερθούμε στο κλίμα του νησιού και πως επηρεάζει την καλλιέργεια, το έδαφος, τον τρόπο που καλλιεργούνται τα αμπέλια, τις ποικιλίες, τους τύπους και το στυλ των καταπληκτικών αυτών κρασιών αλλά και τα οινοποιεία που τα παράγουν. Είναι γεγονός ότι εκτός από τους ντόπιους οινοπαραγωγούς του νησιού, πολλοί αξιόλογοι παραγωγοί της ηπειρωτικής Ελλάδας έχουν κάνει την προσπάθεια τους στη Σαντορίνη με αξιόλογα αποτελέσματα. Αυτά όμως θα τα πούμε στο επόμενο άρθρο.

Σας Ευχαριστώ.

Του Γιώργου Νικολακόπουλου*