ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΙΜΑΤΟΣ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ
Για ακόμα μια φορά, από την οικογένειά μου κι εμένα ένα μεγάλο «ευχαριστώ».
Ο θείος μου χειρουργήθηκε στις 02/10, και τώρα αναρρώνει.
Έγιναν όλα όπως τις προηγούμενες φορές που σας χρειάστηκα: ένα τηλεφώνημα, μερικές κουβέντες που ανταλλάξαμε και η κάλυψη έγινε. Γρήγορα, διακριτικά και με ζεστές ευχές.
«Καλή επιτυχία και περαστικά.»
Δε χρειάζεται ασφαλώς να θυμίσω εδώ την σημασία της υπηρεσίας που προσφέρετε στην κοινωνία τόσα χρόνια τώρα.
Όμως, με την ευκαιρία που μου δίνει η επαφή μαζί σας θέλω να γράψω δυο λόγια.
Απευθύνομαι σε αυτές και αυτούς που σκέφτονται να αιμοδοτήσουν αλλά διστάζουν, όπως και σε όσες / όσους δεν το σκέφτηκαν ποτέ.
Σε πολλούς από εμάς είναι οδυνηρά γνώριμη η αγωνία να εξασφαλιστεί το απαραίτητο αίμα για να γίνει καλά κάποιος δικός μας άνθρωπος.
Κάποιοι έζησαν αυτήν την αγωνία ξαπλωμένοι οι ίδιοι στο κρεββάτι κάποιου νοσοκομείου.
Όμως εγώ θα καταθέσω εδώ από πρώτο χέρι κάτι άλλο: το πώς είναι για κάποιον επαγγελματία της Υγείας να του λείπει ένα εργαλείο να κάνει τη δουλειά του. Ένα εργαλείο, σε πολλές περιπτώσεις, αναντικατάστατο.
Έχω δει πολλές φορές χειρουργεία να αναβάλλονται ελλείψει αίματος, άρα και θεραπείες να πηγαίνουν πίσω με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Κάποιες φορές απλά δεν υπήρχαν κατάλληλοι ή πρόθυμοι ή αρκετοί αιμοδότες – συγγενείς ή φίλοι ή γνωστοί. Άλλες φορές το αίμα είχε εξασφαλιστεί αλλά προέκυπτε ξαφνικά μια μεγαλύτερη ανάγκη στο νοσοκομείο. Άλλοτε πάλι, είτε την ώρα μιας επέμβασης είτε μετά, χρειαζόταν μεγαλύτερη ποσότητα αίματος από το αναμενόμενο – κι ο κύκλος της αναζήτησης τότε ξεκινούσε από την αρχή. Και ας μη μιλήσουμε για αυτές και αυτούς με τις πιο σπάνιες ομάδες αίματος. Ούτε για πιο εξειδικευμένες θεραπείες της σύγχρονης ιατρικής που απαιτούν παράγωγα αίματος.
Έχω δει, αλήθεια λέω, καταστάσεις που δεν περίμενα, όπως ανθρώπους να ψάχνουν αιμοδότες επί πληρωμή.
Σκεφτείτε τώρα τι συμβαίνει με τους συνανθρώπους μας που χρειάζονται συχνά μεταγγίσεις. Όλο αυτό το άγχος είναι η καθημερινότητά τους.
Σκεφτείτε επίσης την πίεση που δέχονται οι υπηρεσίες αιμοδοσίας﮲που έχουν, κατά κανόνα, περισσότερα αιτήματα για φιάλες αίματος και παραγώγων του από όσες φιάλες διαθέτουν και πρέπει να κάνουν «διαλογή» καθορίζοντας την προτεραιότητα των ιατρικών πράξεων﮲ που πρέπει να συντηρούν ένα απόθεμα, να φροντίσουν να μη μείνει ούτε φιάλη αδιάθετηαλλά και που μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να βρεθούν στη θέση να αναζητούν αίμα για το απόλυτα επείγον. Εκεί που η απάντηση «δεν μπορούμε» δεν είναι αποδεκτή.
Στα χρόνια που έκανα την ειδικότητά μου στο Ν.Ι.Μ.Τ.Σ. αλλά και μετά, σε τουλάχιστον τρεις περιπτώσεις με κάλεσαν από την υπηρεσία αιμοδοσίας του νοσοκομείου για να δώσω αίμα για ασθενείς του νοσοκομείου – η μία φορά ήταν για μια νέα γυναίκα που είχε χρειαστεί να πάρει πάνω από 90 φιάλες αίμα στη νοσηλεία της.
Ολογράφως, ενενήντα.
Θα μπορούσε να ήταν η σύζυγος, η αδελφή, η κόρη, η φίλη μας.
Θα μπορούσαμε στη θέση της να είμαστε εμείς.
Η Ελλάδα δυστυχώς δε δίνει αρκετό αίμα για να καλύψει τις ανάγκες της.
Χρειαζόμαστε περίπου 650– 700 χιλιάδες φιάλες το χρόνο. Οι άνθρωποι που δίνουν όταν οι δικοί τους έχουν ανάγκη καλύπτουν τελικά τη μισή ποσότητα. Οι ένοπλες δυνάμεις συνεισφέρουν το 5%. Αγοράζουμε άλλο ένα 2%- 5% από το εξωτερικό. Το υπόλοιπο 40 – 43% προέρχεται από εθελοντές αιμοδότες.
Φέτος το φθινόπωρο, στην αφίσα της Τράπεζας Αίματος Σαντορίνης γράφει «Όλη η Ελλάδα ας γίνει Σαντορίνη». Να, γιατί: Στο νησί μας περίπου 1 στους 20 μόνιμους κατοίκους προσέρχεται στην καθεμία από τις δύο αιμοδοσίες. Αν αυτό γινόταν στη χώρα, θα είχαμε παραπάνω από 1 εκατομμύριο φιάλες το χρόνο. Οι ανάγκες μας θα καλύπτονταν.
Φίλες και φίλοι Σαντορινιοί που δεν το έχετε αποφασίσει ακόμα,
προφανώς, το περισσότερο αίμα που δίνουμε κάθε φορά καλύπτει τρέχουσες προτεραιότητες της χώρας. Κάποιοι συνάνθρωποι θα σωθούν ή θα γίνουν καλύτερα χάρη σε αυτό. Προσωπικά, τούτο έχω στο μυαλό όταν κάθομαι στην καρέκλα της αιμοδοσίας. Αν όμως η χαρά της προσφοράς δεν σας πείθει, σκεφτείτε ότι δίνοντας αίμα σήμερα, θα έχετε μια έγνοια λιγότερη αν κάποτε το χρειαστείτε – εσείς ή οι αγαπημένοι σας. Τότε που κάποιοι άλλοι άνθρωποι θα έχουν καθίσει στην καρέκλα για να βοηθήσουν εσάς ή την οικογένειά σας.
Τέτοιες μικρές πράξεις αλληλοβοήθειας είναι που κάνουν τον κόσμο μας λίγο καλύτερο.
Τώρα με την πανδημία τα πράγματα είναι πιο δύσκολα από ποτέ.
Κλείνω με μια διαπίστωση και δύο ευχές.
Στα χρόνια που λειτουργεί και διακονεί την κοινωνία μας, η Τράπεζα Αίματος Σαντορίνης έχει πια καταξιωθεί ως ένας θεσμός καθολικά αποδεκτός. Ως κάτι που νιώθουμε δικό μας ακόμα κι αν δεν συμμετέχουμε σε αυτήν οργανωτικά αλλά απλά δίνοντας λίγα λεπτά από το χρόνο μας κάθε έξι μήνες.
Εύχομαι να μείνει, όπως τώρα, μακριά από βλέψεις τρίτων που θα σκεφτούν να εκμεταλλευτούν καταστάσεις και συγκυρίες για δικό τους όφελος.
Εύχομαι, τέλος, να ακολουθήσουν τα χνάρια της και άλλοι θεσμοί και οργανώσεις πολιτών.
Για ακόμα μια φορά, ευχαριστώ.
Ανδρέας Χ. Βλάχος
Ουρολόγος