Το Πάσχα είναι προ των πυλών, το καλοκαίρι κοντοζυγώνει και υπό φυσιολογικές συνθήκες τα παλιά τα χρόνια θα έβλεπες νοικοκυρές και νοικοκύρηδες να ασπρίζουν τις αυλές τους, να καλλωπίζουν τις γλάστρες τους και να στρώσουν ανοιξιάτικα σεμεδάκια.

Εε, όλο και κάποιος μουσαφίρης θα ‘ρθει, μη μας βρει άνω κάτω..

Το σπίτι μας όμως, πρωταρχικά είναι το νησί μας. Εδώ μένουμε, γι αυτό πονάμε, αυτό παινεύουμε. Παινεύουμε είπα; Δύσκολο μου φάνηκε όταν τα Χριστούγεννα βρέθηκα σε μια παρέα που όταν άκουσαν τη λέξη Σαντορίνη έπεσαν να με φάνε. Και δώστου εγώ να τους μιλάω για τις ομορφιές της Σαντορίνης, για πράγματα που δεν ξέρουν και φυσικά για την Σαντορίνη του χθες που μας άφησε.

Σας έχω ζαλίσει με τη Σαντορίνη του χθες; Δεν έχετε κι άδικο. Είναι όμως που μου βγαίνει πιο εύκολα να μιλάω για αυτά που δεν έζησα αλλά μου τα διηγήθηκαν.

Αυτά που μου αρέσουν, γιατί αυτά που ζω με πονάνε. Το λέω κι ας παρεξηγηθώ, με πονάνε.

Και τώρα που ανοίγει ο καιρός και η καρδιά μας, και βλέπουμε όλο και περισσότερο κόσμο να έρχεται στο νησί, αναρωτιέμαι, πως θα βγει το καλοκαίρι, και τι θα ‘χουμε να συζητάμε το φθινόπωρο.

Ας μιλήσουμε λοιπόν για τη Σαντορίνη του 2019. Από τους πρώτους παγκόσμιους τουριστικούς προορισμούς και πάλι, με χιλιάδες κόσμου να δηλώνει πως επιθυμεί να επισκεφτεί το νησί με το ωραιότερο ηλιοβασίλεμα του κόσμου και την υπέροχη καλντέρα.

Δεν θα μιλήσω γι’ αυτούς. Δεν θα μιλήσω για τους εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου που μας τιμά κάθε χρόνο, θα μιλήσω για μας. Τους μόνιμους κατοίκους του νησιού, που δεν ξέρω τελικά, και ζητώ να με διαφωτίσει κάποιος, αν έχουμε μπει σε δεύτερη μοίρα.

Το «λιμάνι» (ο Θεός να το κάνει) κατεστραμμένο, ένα εργοτάξιο στην κυριολεξία, και η απειλή των βράχων πάνω από τα κεφάλια μας. Και λέω απειλή γιατί ήδη ζήσαμε ένα δυσάρεστο γεγονός που ευτυχώς δεν ήταν μοιραίο για τη ζωή κάποιου που μπορεί να περνούσε από τη σημείο της πτώσης του βράχου στο δρόμο του Αθηνιού.

Απειλή λοιπόν, και μάλιστα ικανή να μας κάνει να κάνουμε το Σταυρό μας όποτε διασχίζουμε αυτό το δρόμο, ιδιαιτέρως όσο περνάει ο καιρός και η άσπα στεγνώνει.

Οι δρόμοι, κεντρικοί οδικοί άξονες, δημοτικοί, αγροτικοί, στα μαύρα τους τα χάλια. Ακόμα μια απειλή καθώς, εμείς, που μένουμε στη Σαντορίνη είμαστε αναγκασμένοι κάθε μέρα να αποφεύγουμε τις κακοτοπιές που μπορεί να είναι από λακκούβες μέχρι και αποκλεισμό περιοχών (βλέπε Μονόλιθος). Τα οχήματά μας; Λεφτά να υπάρχουν να πληρώνουμε αναρτήσεις και λάστιχα.

Οι νύχτες είναι ακόμα μεγάλες, και επειδή «όποιος τη νύχτα περπατεί… πρέπει να βλέπει κιόλας», μάλλον για προμήθεια φακών μας βλέπω όπως πολύ σωστά είπε η Μαρία Αργυρού στο Δημοτικό Συμβούλιο για τους Θηρασιώτες. Κι εγώ συμπληρώνω, και για τους Σαντορινιούς.

Μια κυρία τις προάλλες τα συνδύασε όλα μαζί. Βράδυ + σκοτάδι + λακκούβα = Γύψος στο χέρι.

Από σκουπίδια πάλι, άλλο τίποτα. Η χωματερή διαθέτει μπόλικο πράγμα, θαμμένο βέβαια, αλλά για να μην έχουμε παράπονο, και οι κάδοι είναι γεμάτοι, οι πλατείες επίσης, οι δημόσιοι χώροι, που επαναλαμβάνω, κι αυτοί σπίτι μας είναι.

Για να δούμε κάτι ακόμα που μάλλον έχουμε παραλείψει. Ποιος είπε πως η Σαντορίνη είναι σημείο αναφοράς επισκεπτών μόνο; Ποιος είπε ή ποιος νομίζει ότι πρέπει να είμαστε (όσο γίνεται) καλλωπισμένοι το καλοκαίρι, και το χειμώνα δε βαριέσαι, οι δουλειές μας να γίνουν; Ποιος είπε πως η Οία, το Ημεροβίγλι, τα Φηρά, το Εμπορείο, ο Βόθωνας, το Καμάρι «ανοίγουν» σαν επιχειρήσεις μόνο για κάποιους μήνες και μετά σφαλίζουν μέχρι την επόμενη σαιζόν; Ποιος τολμά να υποβαθμίζει τους μόνιμους κατοίκους αυτού του τόπου, που στο κάτω κάτω της γραφής γεννήθηκαν εδώ, ή επέλεξαν να μείνουν εδώ και έχουν δικαίωμα στην αξιοπρέπεια και τις συνθήκες διαβίωσης που αναλογούν στο έτος 2019;

Κύριοι, και κυρίες της αυτοδιοίκησης α’ και β΄ βαθμού. Διεκδικείτε την ψήφο των πολιτών της Σαντορίνης και της Θηρασιάς. Αναλογιστείτε ποια είναι τα λάθη σας από όποια πλευρά κι αν υπηρετήσατε μέχρι σήμερα την αυτοδιοίκηση. Οι νέοι, να μάθετε από τα λάθη των παλιών, κι εμείς, που έχουμε μεγάλο μερίδιο ευθύνης, όταν φτάσουμε στο παραβάν (όχι στην κάλπη) να σκεφτούμε, όχι τι μπορεί να κάνει ο κουμπάρος μας για μας, αλλά τι μπορεί να κάνει ο ικανός κατά την κρίση μας για το νησί.

Η Σαντορίνη ανήκει στους Σαντορινιούς, κι αυτούς πρώτα απ’ όλα πρέπει να μπορεί να κρατήσει στη γη της. Αλλιώς, το νησί θα αλωθεί. Από έξυπνους που καραδοκούν να εκμεταλλευτούν το όποιο στραβοπάτημα, να εκμεταλλευτούν το «διαμάντι» που εμείς δεν εκτιμήσαμε.

Κλείνω όπως ξεκίνησα: Ποιος, και πως θα «κυβερνήσει» αυτό τον τόπο;