ΑΠΟ ΤΗΝΒΟΥΛΑ ΑΚΡΙΒΑΚΗ

Όπως κάθε περιοχή, έτσι και τα Κυκλαδονήσια έχουν τα δικά τους χριστουγεννιάτικα έθιμα –άλλοτε κοινά, άλλοτε διαφορετικά. Όλα όμως βασίζονται στην καλοτυχία του νοικοκυριού, στην υγεία και στις ευχές για μεγάλη σοδειά ή ψαριά. Πρόκειται για έθιμα με ζωή πολλών δεκάδων χρόνων, προερχόμενα από μια εποχή κατά την οποία η οικονομία των νησιών δεν στηριζόταν στον τουρισμό, αλλά στην αγροτική παραγωγή και στην κτηνοτροφία.

Οι προκαταλήψεις δεν λείπουν: στις Κυκλάδες, αν πετάξει κοράκι πάνω από το σπιτικό την Πρωτοχρονιά, σημαίνει κακοτυχία· αλλά αν έρθει στην αυλή περιστέρι, τότε αυτός είναι καλός οιωνός. Σε ορισμένα χωριά, όταν οι άνθρωποι πλένουν το πρόσωπό τους το πρωί της Πρωτοχρονιάς, ακουμπούν πάνω του ένα κομμάτι σίδερο, ώστε να έχουν υγεία όλο τον χρόνο. Οι νοικοκυρές ασπρίζουν αυλές και σπίτια και φτιάχνουν τα γιορτινά γλυκά, ενώ οι άντρες φροντίζουν τα απαραίτητα για τα χοιροσφάγια.

Remaining Time-0:00
Fullscreen
Mute

Στον Τριπόταμο της Τήνου έχουν το έθιμο που λέγεται «Το Τραπέζι της Αδελφότητας»: μια μακρόχρονη παράδοση, που τηρείται ανήμερα των Χριστουγέννων. Σύμφωνα με αυτό, μία από τις οικογένειες αναλαμβάνει κάθε χρόνο να φροντίζει τον ναό του χωριού. Συγκεκριμένα, υπεύθυνος είναι ο αρχηγός της οικογένειας –ο «κάβος», όπως τον ονομάζουν– ο οποίος πρέπει να διατηρεί το καντήλι μπροστά από την εικόνα της Γέννησης του Χριστού αναμμένο όλον τον χρόνο, μα και να φροντίζει για την καθαριότητα της εκκλησίας. Επωμίζεται επίσης τα έξοδα για τη λειτουργία των Χριστουγέννων, των κεριών και μίας μεγάλης λαμπάδας από αυθεντικό κερί.

Κάθε Χριστούγεννα οι δουλειές αυτές αναθέτονται σε μια διαφορετική οικογένεια, όμως, πριν γίνει αυτό, ο προς αποχώρηση «κάβος» παραθέτει τραπέζι σπίτι του στους υπόλοιπους άνδρες του χωριού και στον παπά. Εκείνοι θα πρέπει να έχουν μαζί ψωμί, κρασί, καθώς και τα μαχαιροπίρουνά τους τυλιγμένα σε μια πετσέτα. Το γεύμα είναι πλούσιο και συνήθως περιλαμβάνει σούπα από μοσχαράκι, κρεμμυδάτο κοκκινιστό κρέας, κρέας βραστό και ντολμάδες. Το κρασί σερβίρεται σε ορειχάλκινα κύπελλα που τα λένε «τάσια» και είναι δωρεά των κατοίκων του Τριπόταμου: τα χρησιμοποιούν μόνο εκείνη την ημέρα.

Αφού τελειώσει το γεύμα, ο παπάς με κάποιους από τους άνδρες φέρνουν από την εκκλησία την εικόνα της Γέννησης του Χριστού στο σπίτι του «κάβου», την ακουμπούν πάνω στο τραπέζι, ανάβουν κεριά και ο παπάς μοιράζει αντίδωρο και ρωτάει ποιος θα είναι ο επόμενος «κάβος». Όταν αποφασίσουν, βγαίνουν δύο δίσκοι για να ενισχύσουν οικονομικά τόσο τον διάδοχο, όσο και τον παπά. Στη συνέχεια επιστρέφουν την εικόνα στον ναό ψάλλοντας χριστουγεννιάτικους ύμνους. Παρότι η φροντίδα της εκκλησίας και των λοιπών ευθυνών περνάνε στον νέο «κάβο», ο παλιός έχει την υποχρέωση να διατηρεί το καντήλι της εικόνας αναμμένο μέχρι το τέλος του χρόνου.

Στη Νάξο, οι προετοιμασίες για τα Χριστούγεννα ξεκινάνε από το άσπρισμα της αυλής και της οικίας. Οι νοικοκυρές αναλαμβάνουΚαθορισμός χαρακτηριστικής εικόνας ν να είναι το σπίτι καθαρό μέσα-έξω, ενώ οι άντρες ξεκινούν την προετοιμασία για τα χοιροσφάγια. Στη συνέχεια έφτιαχναν φυσικά τα διάφορα παραδοσιακά γλυκίσματα, αλλά και τα χριστόψωμα, τα οποία στόλιζαν με έναν μεγάλο σταυρό από ζυμάρι, ξηρούς καρπούς και διάφορα σχέδια λουλουδιών και ζώων. Δεν ζύμωναν όμως μόνο για το σπίτι, μα και για τα ζώα, καθώς έπρεπε κι αυτά να έχουν υγεία και δύναμη, όπως τα αφεντικά τους. Για το χριστουγεννιάτικο και πρωτοχρονιάτικο τραπέζι μαγείρευαν αρνάκι γεμιστό με χόρτα και ρύζι: η γαλοπούλα είναι έθιμο μεταγενέστερο και εισαγόμενο.

Άλλο ένα βασικό έθιμο της Νάξου είναι το «χριστοκούτσουρο». Ένα μεγάλο ξύλο, που καίει στο τζάκι για 12 ημέρες –κατόπιν σκορπίζουν τη στάχτη του σε φυτά και ζώα, για ευλογία. Αυτή είναι η μία πλευρά του εθίμου. Η άλλη λέει πως έπρεπε να καίει όλες τις ημέρες, ώστε να μη μπορούν οι καλικάντζαροι να μπουν στα σπίτια από την καμινάδα. Για τον ίδιο λόγο, επίσης, πέταγαν και χοντρό αλάτι στη φωτιά, για να κάνει θόρυβο και να τους διώξει μακριά. Στο χωριό Γλινάδο, πάλι, έχουν το «πάντρεμα» της φωτιάς: τοποθετούν σταυρωτά δύο ξύλα στη φωτιά, ώστε να είναι το ζευγάρι ευτυχισμένο και δεμένο σαν κι εκείνα. Επιπλέον, ενώ τα κάλαντα στην ηπειρωτική Ελλάδα είναι λίγο-πολύ τα ίδια, στη Νάξο ήταν δίστιχα (τα λεγόμενα «κοτσάκια»), έμοιαζαν με μαντινάδες και είχαν περιπαιχτικό χαρακτήρα. Τα τραγουδούσαν συνοδεία μουσικών οργάνων.

Στη Σύρο τα κάλαντα είναι ένα από τα πιο γνωστά έθιμα. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, μικροί και μεγάλοι ντυμένοι με παραδοσιακές στολές –το Λύκειο Ελληνίδων, συνήθως– τα ψάλλουν κρατώντας ένα στολισμένο καράβι, το οποίο συμβολίζει την καινούρια ζωή των ανθρώπων μετά τη γέννηση του Χριστού. Την παραμονή των Θεοφανίων λένε ξανά τα κάλαντα, αλλά αυτή τη φορά κρατώντας στα χέρια τους φαναράκια φτιαγμένα από πορτοκάλια.

Η Μύκονος δεν θα μπορούσε να μην έχει τις δικές της παραδόσεις. Τις ημέρες πριν τα Χριστούγεννα οι νοικοκυρές φτιάχνουν τα παραδοσιακά γλυκά όπως τους κλασικούς κουραμπιέδες, τα μελομακάρονα, τα φοινίκια (που μοιάζουν αρκετά με τα μελομακάρονα), αλλά και τα χριστόψωμα, δύο στον αριθμό: ένα για το σπίτι κι ένα για τα ζώα, ώστε να υπάρχει υγεία και αφθονία. Στις γιορτινές συνταγές περιλαμβάνεται και το χοιρινό λαρδί με χόρτα ή λάχανο (που επίσης συμβολίζει την αφθονία), το ψητό κρέας στο φούρνο, η κρεμμυδόπιτα με ντόπια τυροβολιά και η μελόπιτα με τυροβολιά, μέλι και κανέλα. Στις 27 Δεκεμβρίου, του Αγίου Στεφάνου, κάνουν κι ένα μεγάλο πανηγύρι, ενώ την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ψάλλουν στους δρόμους της Χώρας τα μυκονιάτικα και τα δηλιανά κάλαντα. Των Φώτων, πάλι, στήνουν χορούς με βιολιά και τσαμπούνες –τα λεγόμενα «μπαλόσια», που έχουν βενετσιάνικη καταγωγή. Τα χοιροσφάγια ήταν κι εδώ ένα από τα μεγάλα έθιμα, περιλαμβάνοντας τραπεζώματα, τραγούδια και χορούς.

Παραδοσιακά, στην Πάρο τα κάλαντα ψάλλονται το απόγευμα της παραμονής των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς και ανήμερα το πρωί, μετά τη λειτουργία. Και εδώ, όπως και σε άλλες περιοχές, οι νοικοκυρές φτιάχνουν το χριστόψωμο το οποίο σταύρωνε, έκοβε και μοίραζε ο σπιτονοικοκύρης τα Χριστούγεννα. Των Θεοφανίων έφτιαχναν το Σταυρόψωμο, με έναν ζυμαρένιο σταυρό με καρύδι στη μέση. Αυτό το ευλογούσε ο παπάς που περνούσε από το σπίτι, διαφορετικά ο νοικοκύρης το ράντιζε με αγιασμό, το σταύρωνε και μοίραζε έπειτα τα κομμάτια, κρατώντας το πρώτο για τα ζώα. Στα Θεοφάνια, επίσης, οι άνδρες παρακολουθούσαν τη λειτουργία στην ανδρική Μονή της Λογγοβάρδας (ξεκινά στις δύο τα ξημερώματα), ενώ οι γυναίκες πήγαιναν στην αντίστοιχη τελετή του Ιερού Ναού του Ταξιάρχη. Με τον αγιασμό που λάμβαναν, οι γεωργοί ράντιζαν τα ζώα, το σπίτι, τα χωράφια και τα πηγάδια.

Στη Σίφνο, τα παραδοσιακά κάλαντα δεν μοιάζουν πολύ με εκείνα που ξέρουμε ή έχουμε συνηθίσει. Είναι κυρίως αυτοσχέδια τραγούδια στην τοπική διάλεκτο, τα οποία ψάλλονται από το μεσημέρι μέχρι το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Το περιεχόμενο των τραγουδιών αυτών αφηγείται συναισθήματα και σχολιάζει σκωπτικά πρόσωπα και καταστάσεις. Από πλευράς φαγητού, το χριστουγεννιάτικο τραπέζι έχει χοιρινό κρέας παστό ή στον φούρνο και χριστόψωμα αρωματισμένα με γλυκάνισο.

Στη Σέριφο ανήμερα των Χριστουγέννων στήνεται το πανηγύρι του Χριστού, αυτό όμως που κάνει τη διαφορά είναι τα παραδοσιακά κάλαντα. Τα ψάλλουν οι άντρες του νησιού το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, καθώς κατευθύνονται στο σπίτι του παπά για του δώσουν φιλοδώρημα.

Στη Σαντορίνη από το γιορτινό τραπέζι δεν λείπει η φάβα, τα κουκιά, αλλά και οι τοματοκεφτέδες, οι οποίοι παρασκευάζονται από τα χαρακτηριστικά ντοματάκια του νησιού. Η παράδοση θέλει επίσης οι μαθητές του σχολείου να δίνουν ένα χρηματικό ποσό στον δάσκαλο –τη λεγόμενη Καληχέρα– και να του λένε τα κάλαντα. Στην Κύθνο το χριστόψωμο ζυμώνεται με γλυκάνισο και μαστίχα, ενώ στην Κίμωλο η παράδοση θέλει ξεροτήγανα ή δίπλες με μέλι και κανέλα. Στην Αντίπαρο, πάλι, την Πρωτοχρονιά ψήνουν κουλουράκια με μαστίχα.

Στην Άνδρο τα έθιμα ξεκινούν από τις 6 Δεκεμβρίου που γιορτάζει ο Άγιος Νικόλαος, προστάτης των ναυτικών. Οι προετοιμασίες περιλαμβάνουν άσπρισμα της αυλής και του σπιτιού και συγκέντρωση των απαιτούμενων υλικών από τα οποία θα φτιαχτούν τα γλυκά των ημερών. Πρώτοι και καλύτεροι οι κουραμπιέδες με ανθόνερο και μπόλικο αμύγδαλο, που πρέπει να κρατήσουν μέχρι την Πρωτοχρονιά. Μετά έχουν σειρά τα φοινίκια ή τα μελομακάρονα κι έπειτα το παστέλι, που το τρώνε την Πρωτοχρονιά για να είναι ο χρόνος γλυκός και με αφθονία.

Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς, στην Αμοργό φτιάχνουν το λεγόμενο «κοφτό»: ένα μείγμα από σιτάρι, το οποίο βράζουν με νερό, κρεμμύδι, τυρί και λάδι, ώστε να πάει καλά η σοδειά. Επίσης σπάνε ρόδι στην πόρτα του σπιτιού για καλή τύχη. Κάθε Χριστούγεννα στην Ανάφη οι γυναίκες του σπιτιού φτιάχνουν το γλυκό του κουταλιού «κουφέτο», με ασπρισμένα αμύγδαλα και κομμάτια γλυκιάς κολοκύθας που βράζουν μέσα σε μέλι. Την Πρωτοχρονιά το ψωμί του γιορτινού τραπεζιού είναι ξεχωριστό καθώς ζυμώνουν το «ζαφοριστό», προσθέτοντάς του κρόκο (ζαφορά), που του δίνει όμορφο κίτρινο χρώμα και ιδιαίτερη γεύση. Παραδοσιακά το ψήνουν στον ξυλόφουρνο.