ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ο βουλευτής Κυκλάδων Νίκος Συρμαλένιος συνυπέγραψε ερώτηση με θέμα τις μεγάλες καθυστερήσεις που καταγράφονται στις ταχυμεταφορές εν μέσω πανδημίας.
Σύμφωνα με την ερώτηση, η καταστροφική στάση της κυβέρνησης απέναντι στην πανδημία του κορονοϊού και, συγκεκριμένα, ο ανεύθυνος, αδικαιολόγητος εφησυχασμός που καλλιέργησε μετά το πρώτο κύμα, εκτός από τις τραγικές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία, είχε σοβαρές επιπτώσεις και σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής δραστηριότητας, ιδίως στην οικονομία/επιχειρηματικότητα. Ήδη από το πρώτο κύμα, τα αναγκαστικά μέτρα αναστολής λειτουργίας καταστημάτων λιανεμπορίου, είχαν ως συνέπεια μια σημαντική αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου, το οποίο εξυπηρετείται από υπηρεσίες ταχυμεταφορών.
Το καλοκαιρινό επικοινωνιακό αφήγημα της κυβέρνησης, με το οποίο αυτάρεσκα καλλιεργούσε τη νίκη της απέναντι στον κορονοϊό, ως γνωστόν συνοδεύτηκε από σειρά δημόσιων τοποθετήσεων στελεχών της, με τις οποίες απέκλειαν ένα 2ο lockdown και νέα αναγκαστικά μέτρα αναστολής λειτουργίας καταστημάτων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, όχι μόνο η κυβέρνηση να μην προετοιμαστεί στους τομείς της υγείας και της παιδείας, με τα γνωστά σημερινά αποτελέσματα αδυναμίας των συστημάτων να παρέχουν καθολικά τα αντίστοιχα αγαθά στους πολίτες, αλλά και οι επιχειρήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου και ταχυμεταφορών να μην προχωρήσουν στις απαραίτητες ενέργειες προετοιμασίας, με προσλήψεις και επενδύσεις επέκτασης της χωρητικότητας του δικτύου τους, ώστε να αντιμετωπίσουν την ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση που επιβεβαιώθηκε από την πραγματικότητα των ημερών.
Τα αποτελέσματα τα ζουν στην καθημερινότητά τους οι πολίτες που είτε παραγγέλνουν ηλεκτρονικά προϊόντα από επιχειρήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου, είτε χρησιμοποιούν υπηρεσίες ταχυμεταφορών. Τεράστιες καθυστερήσεις στην παράδοση προϊόντων και δεμάτων από τις συμβεβλημένες εταιρείες ταχυμεταφορών, που μπορεί να διαρκέσουν έως και εβδομάδες, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, εταιρείες ταχυμεταφορών, παραβιάζοντας τους όρους της άδειάς τους, δεν προβαίνουν, όπως υποχρεούνται, σε 2η κοινοποίηση εφόσον δεν βρεθεί ο παραλήπτης του ταχυδρομικού αντικειμένου, ενώ έχουν αναφερθεί ακόμα και περιπτώσεις όπου για να γλυτώσουν χρόνο, προβαίνουν κατευθείαν στην 1η κοινοποίηση χωρίς να αναζητήσουν πρώτα τον παραλήπτη. Αποτέλεσμα των παραπάνω, είναι οι παραλήπτες να προστρέχουν οι ίδιοι στα κατά τόπους πρακτορεία των εταιρειών, προκειμένου να παραλάβουν τα αντικείμενα που δεν τους παραδόθηκαν κατ’ οίκον, σχηματίζοντας μάλιστα τεράστιες ουρές έξω από αυτά.
Η παραπάνω κατάσταση επιβεβαιώνεται από σχετικές ενημερωτικές ανακοινώσεις που αναγκάστηκαν να αναρτήσουν οι εταιρείες ταχυμεταφορών στις ιστοσελίδες τους, απευθυνόμενες στους καταναλωτές, στις οποίες μεταξύ άλλων αναφέρουν τον προσωρινό περιορισμό στην ποικιλία των υπηρεσιών που παρέχουν. Το πρόβλημα των μεγάλων καθυστερήσεων στις ταχυμεταφορές έχουν επιβεβαιώσει με δημόσιες τοποθετήσεις τους, οι κ.κ. Υπουργοί Ανάπτυξης & Επενδύσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Παρόλο που οι εταιρείες υποστηρίζουν ότι προετοιμάστηκαν αυξάνοντας το προσωπικό και τις υποδομές (οχήματα, χωρητικότητα κέντρων αποθήκευσης και διαλογής), το 2ο lockdown σε συνδυασμό με τις περιόδους προσφορών Black Friday, Cyber Monday και την περίοδο των χριστουγεννιάτικων αγορών, εκτόξευσαν τη ζήτηση υπερβαίνοντας τις δυνατότητές τους. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, ωστόσο, οι εταιρείες προχώρησαν καθυστερημένα σε προσλήψεις ενοικιαζόμενων εργαζομένων, τους οποίους και δεν εκπαίδευσαν για τις ιδιαίτερες απαιτήσεις του επαγγέλματος, που μεταξύ άλλων αφορούν την ασφαλή μεταχείριση προϊόντων, την προστασία προσωπικών δεδομένων και του απορρήτου των επιστολών. Ταυτόχρονα, οι ευθύνες γίνονται μπαλάκι μεταξύ των εταιρειών ταχυμεταφορών και των επιχειρήσεων ηλεκτρονικού εμπορίου, γεγονός που μαζί με τις προαναφερθείσες δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις, υπονομεύει την αξιοπιστία της αγοράς απέναντι στους καταναλωτές. Όλα τα παραπάνω λειτουργούν αποτρεπτικά για επόμενες εξ αποστάσεως αγορές, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται αρνητικές επιπτώσεις στην ιδιωτική κατανάλωση που αποτελεί μεγάλο τμήμα του ΑΕΠ της χώρας και μάλιστα σε έναν από τους λιγοστούς κλάδους που έχει τη δυνατότητα να παράξει ΑΕΠ εν μέσω lockdown. Το επιχειρηματικό οικοσύστημα δεν έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία της αυξημένης καταναλωτικής ζήτησης, με το αρμόδιο Υπουργείο Ανάπτυξης & Επενδύσεων να παρακολουθεί τις εξελίξεις χωρίς να έχει κάνει την παραμικρή δομική παρέμβαση, παρόλο που τα προβλήματα παρατηρούνται εδώ και αρκετό καιρό.
Οι τεράστιες καθυστερήσεις, φαίνεται, σύμφωνα με δημοσιεύματα, πως έχουν οδηγήσει στην κατακόρυφη αύξηση των σχετικών καταγγελιών πολιτών προς τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή και τις ανεξάρτητες Αρχές του Συνηγόρου του Καταναλωτή και της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ). Οι καταγγελίες αυτού του είδους προς την ΕΕΤΤ φέρονται να έχουν 20πλασιαστεί σε καθημερινή βάση, σε σχέση με πριν το 2ο lockdown, κάτι που φαίνεται πως έχει οδηγήσει την Αρχή σε πλήθος κλήσεων εταιρειών ταχυμεταφορών προς ακρόαση για διερεύνηση των καταγγελιών και ενδεχόμενη επιβολή κυρώσεων. Το βέβαιο είναι πως η ΕΕΤΤ έχει προβεί σε δημόσιες ανακοινώσεις, επιβεβαιώνοντας τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται, εφιστώντας ταυτόχρονα την προσοχή των καταναλωτών στους όρους και τους χρόνους παράδοσης κατόπιν ηλεκτρονικών αγορών, ενημερώνοντάς τους για τις υποχρεώσεις των εταιρειών ταχυμεταφορών βάσει των αδειών που τους έχουν χορηγηθεί από την ΕΕΤΤ, αλλά και τα νόμιμα δικαιώματα και εργαλεία προστασίας των καταναλωτών. Συστάσεις και επισημάνσεις σχετικές με το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει κάνει δημόσια και ο «Συνήγορος του Καταναλωτή».
Πέραν των παραπάνω, σοβαρές είναι οι επιπτώσεις που έχει ο κορεσμός των δυνατοτήτων των εταιρειών ταχυμεταφορών στο σύνολο των εργαζομένων τους, οι οποίοι ως συνήθως επωμίζονται την πίεση που δέχεται το σύστημα και ιδίως στους ταχυμεταφορείς. Στο φως της δημοσιότητας έρχονται συνεχώς καταγγελίες για εξοντωτικά ωράρια σε ένα από τα πιο επικίνδυνα επαγγέλματα, που έχει πληρώσει βαρύ φόρο αίματος στην άσφαλτο, καθώς και για συνεχείς παραβιάσεις της νομοθεσίας από τους εργοδότες. Όλα αυτά, μάλιστα, συμβαίνουν σε συνέχεια της αδιαφορίας και των μεγάλων καθυστερήσεων της κυβέρνησης στην εφαρμογή των προστατευτικών διατάξεων και την έκδοση κανονιστικών πράξεων, του πλαισίου που απορρέει από το άρθρο 212 του Νόμου 4512/18, τα άρθρα 55 και 56 του ν.4611/2019 και τις εγκυκλίους 67315/3178/18-12-2018 και 29613/1754/2-7-2019 του πρώην Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης, σε συνδυασμό με τη σημαντική αποδυνάμωση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Η αδιαφορία αυτή συνεχίστηκε προκλητικά, ακόμα και μετά το 1ο lockdown που ανέδειξε τον σημαντικότατο κοινωνικό και οικονομικό ρόλο που παίζει η εργασία των ταχυμεταφορέων.
Τέλος, για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου, η εταιρεία ταχυμεταφορών του Ομίλου ΕΛΤΑ, η ΕΛΤΑ Courier – «ΤΑΧΥΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΕΛΤΑ Α.Ε.», όφειλε ήδη από το 1ο lockdown να έχει προχωρήσει σε γενναία επέκταση και αναδιοργάνωση των υποδομών, καθώς και σε προσλήψεις προσωπικού, ώστε, όχι μόνο να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ανάγκες ενός 2ου ενδεχόμενου lockdown, αλλά και να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία να αναπτύξει σε μόνιμη βάση τις υπηρεσίες ταχυμεταφορών και δέματος, έναντι των ιδιωτών ανταγωνιστών της. Τέτοιες κινήσεις, σε συνδυασμό με την εκμετάλλευση του μεγαλύτερου από οποιαδήποτε άλλη εταιρεία, εν Ελλάδι δίκτυο καταστημάτων που διαθέτει ο Όμιλος ΕΛΤΑ, θα έδιναν αναπτυξιακή προοπτική και λύσεις στα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει συνολικά ο Όμιλος του ιστορικού αυτού Οργανισμού. Αντί για τα παραπάνω, και με την απόλυτη κάλυψη της Κυβέρνησης, οι διοικήσεις των ΕΛΤΑ Courier και του Ομίλου άφησαν την ευκαιρία αυτή να πάει χαμένη. Είναι χαρακτηριστικό και εξοργιστικό, ότι την ίδια στιγμή που τα ΕΛΤΑ αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης και χρειάζονταν διαρθρωτικές αλλαγές σε αναπτυξιακή κατεύθυνση, οι διοικήσεις, όχι μόνο δεν προχώρησαν σε καμιά τέτοια ενέργεια, αλλά επιπλέον ασχολούνταν με την κατασπατάληση δημοσίου χρήματος από τους πόρους των ΕΛΤΑ.
Με αύξηση των αμοιβών τους, πρόσληψη υψηλόμισθων μετακλητών με κλειστά 3ετή συμβόλαια, καθώς και σκανδαλώδεις αποφάσεις αναθέσεις υπηρεσιών σε ιδιώτες, όπως η μνημειώδης απόφαση ανάθεσης έργου 250.000 ευρώ συν ποσοστών επί πωλήσεων, για κατασκευή πλατφόρμας e-market place σε εταιρία-«φάντασμα» ιδιοκτησίας δυο φυσικών προσώπων, η οποία είχε συσταθεί 1 μέρα πριν την απόφαση ανάθεσης, με βάση δήθεν οικονομικής προσφοράς που είχε καταθέσει μέρες πριν καν συσταθεί. Είναι εκκωφαντική, ταυτόχρονα, η αφωνία για τα παραπάνω των συναρμοδίων Υπουργών, οι οποίοι μάλιστα δεν έχει έχουν μέχρι σήμερα απαντήσει στον από 6/3/2020 και 8/5/2020 κοινοβουλευτικό έλεγχο βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. για τα θέματα αυτά (με αρ. πρωτ. 227/4723 Ερώτηση & ΑΚΕ και 6316 Ερώτηση, αντίστοιχα). Αυτό, όμως, που φρόντισαν να κάνουν οι Υπουργοί ήταν να ασχοληθούν με τη νομοθέτηση (άρθρα 41-49 του ν.4758/2020) με τροπολογία, χωρίς διαβούλευση, σε άσχετο νομοσχέδιο, του «ξαφνικού θανάτου» εργασιακών σχέσεων και Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας στον Όμιλο ΕΛΤΑ.
Νομοθέτησαν, έτσι, τις μειώσεις μισθών, την εκβιαστική εθελούσια έξοδο συνοδευόμενη από την απειλή υποχρεωτικών μετακινήσεων, τις απολύσεις, την εξαίρεση από το διαφανές ευρωπαϊκό πλαίσιο περί δημοσίων συμβάσεων. Νομοθέτησαν, συνοπτικά, τη μετατροπή των ΕΛΤΑ και ΕΛΤΑ Courier σε επιχειρήσεις που διέπονται από όρους του ιδιωτικού τομέα με σκοπό τη μελλοντική ιδιωτικοποίηση, στο όνομα μάλιστα της ευελιξίας και της Εταιρικής Διακυβέρνησης, προκειμένου δήθεν να γίνουν ανταγωνιστικά. Ωστόσο, το προσχηματικό αυτό, νεοφιλελεύθερο αφήγημα της κυβέρνησης ότι οι όροι ιδιωτικού τομέα είναι δήθεν πανάκεια για την ομαλή λειτουργία και την ανταγωνιστικότητα μιας εταιρείας, έρχεται να καταρρεύσει με πάταγο σήμερα που βλέπουμε αντίστοιχες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα να «καταρρέουν» κι αυτές από το βάρος της ζήτησης, αδυνατώντας να εξυπηρετήσουν τους πελάτες τους.
Δείτε συνεμμένη την ερώτηση.